ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΕΝΟΣ ΘΕΣΜΟΥ

ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

 

Κλεομένης Οικονόμου, Καθηγητής Τ.Ε.Ι. - Σύμβουλος Ι.Τ.Ε.

Περίληψη

 

Επιχειρείται μία προσέγγιση στο νομικό πλαίσιο του θεσμού των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Τ.Ε.Ι.) από την ίδρυσή τους μέχρι σήμερα. Εξετάζεται το άρθρο 16 του Συντάγματος και τι αυτό προβλέπει για την Ανώτατη και  Ανώτερη Εκπαίδευση και τι σημαίνει ο όρος Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Εξετάζεται η εξέλιξη του θεσμού των Τ.Ε.Ι. από τον ιδρυτικό τους νόμο μέχρι το νόμο 2916/2001, που τα εντάσσει στην ανώτατη τεχνολογική εκπαίδευση. Τέλος, αναλύονται οι δύο τελευταίες αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας (Μάϊος 2003), με τις οποίες ο νόμος 2916/2001 κρίνεται συνταγματικός και τα  κατοχυρώνει και νομικά πλέον στην ανώτατη τεχνολογική εκπαίδευση. Στις προοπτικές του θεσμού είναι η σύμπραξη και συνδιοργάνωση, με τα Πανεπιστήμια, προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών ειδίκευσης, η ένταξή τους στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με την υιοθέτηση του Συστήματος Πιστωτικών Μονάδων (ECTS) και του Παραρτήματος Διπλώματος (Diploma Supplement), η ανάπτυξη τεχνολογικής εφαρμοσμένης έρευνας συνδεμένης με την αγορά εργασίας και το αναπτυξιακό πρόγραμμα της περιοχής του κάθε Ιδρύματος και  τέλος η ανάπτυξη μηχανισμών και υποδομών για την παροχή εκπαιδευτικού έργου διαρκούς και σταθερής ποιότητας.

 

Ι. Τι προβλέπεται από το άρθρο 16 του Συντάγματος

 

 Για πολλά χρόνια ο θεσμός των ΤΕΙ στηρίχθηκε στις διατάξεις του Συντάγματος περί «Ανωτέρων Επαγγελματικών Σχολών, μέσω των οποίων πολλοί που ήσαν απληροφόρητοι για το «ευρωπαϊκό γίγνεσθαι» και δεν έβλεπαν με καλό μάτι την συνεχιζόμενη εξέλιξη των ΤΕΙ, αντλούσαν επιχειρήματα

 

Στο άρθρο 16 του Συντάγματος ορίζονται τα εξής:

 

«1        Η τέχνη και η επιστήμη, η ερευνά και η διδασκαλία είναι ελεύθερες, η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους....

 2.        Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους...

5.         Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει....

Οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει.... Οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν προτού λήξει σύμφωνα με το νόμο ο χρόνος υπηρεσίας τους παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει Νόμος ορίζει το όριο της ηλικίας των καθηγητών των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, έως ότου εκδοθεί ο νομός αυτός οι καθηγητές που υπηρετούν αποχωρούν αυτοδικαίως μόλις λήξει το ακαδημαϊκό έτος μέσα στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους

7.         Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.»

 

Με τις παραπάνω συνταγματικές διατάξεις καθορίζονται οι βασικές αρχές που διέπουν την παροχή της ανώτατης εκπαίδευσης, για την οποία θεσπίζονται συγκεκριμένα οργανωτικά και λειτουργικά πλαίσια που οριοθετούν τη δράση του κοινού νομοθέτη κατά τη ρύθμιση από αυτόν των σχετικών θεμάτων.

 

ΙΙ Τι προβλέπει για την Ανώτατη Εκπαίδευση

 

Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, η ανώτατη εκπαίδευση, η οποία έχει ως αποστολή την προαγωγή και μετάδοση της επιστημονικής γνώσης με την έρευνα και την διδασκαλία, παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου πλήρως αυτοδιοικούμενα. Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, , αποφασίζουν για τις υποθέσεις τους με δικά τους αποκλειστικά όργανα. Η κρατική εποπτεία περιορίζεται στην άσκηση ελέγχου νομιμότητας των πράξεων των οργάνων των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Το διδακτικό και ερευνητικό έργο πραγματοποιείται από δύο διακεκριμένες κατηγορίες προσωπικού, από το Κύριο διδακτικό προσωπικό και από το Λοιπό διδακτικό προσωπικό.

Το κύριο διδακτικό προσωπικό, ως εκ της φύσεως, του επιτελούμενου από αυτό έργο, πρέπει να απαρτίζεται από καταξιωμένους επιστήμονες. με αυξημένα προσόντα και κύρος. οι οποίοι έχουν την ευθύνη αναδείξεως των νέων επιστημόνων, για την εκπλήρωση της αποστολής του ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος στο οποίο υπηρετούν, και οι οποίοι, ανεξάρτητα από την ειδικότερη ονομασία ή την επί μέρους διαβάθμιση τους, έχουν ευθέως από το Σύνταγμα την ιδιότητα του δημοσίου λειτουργού και απολαύουν ειδικής προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.

Το λοιπό διδακτικό προσωπικό απαρτίζεται από επιστήμονες οι οποίοι δεν έχουν τα ίδια τυπικά και ουσιαστικά προσόντα με το κύριο διδακτικό προσωπικό, συμβάλλουν όμως στην πραγματοποίηση της εκπαιδευτικής και ερευνητικής αποστολής των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. (ΣτΕΟλομ. 2801/1984, Α.Ε.Δ. 30/1985 κ. ά.)

 

ΙΙΙ Τι προβλέπει για την Ανώτερη Εκπαίδευση

 

Με τις ίδιες συνταγματικές διατάξεις καθιερώνεται η διάκριση της ανώτατης από την ανώτερη επαγγελματική εκπαίδευση, ως προς την αποστολή και την οργάνωση.

«Η ανώτερη επαγγελματική εκπαίδευση αποσκοπεί στην μετάδοση ειδικών γνώσεων και εμπειριών καταλλήλων για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος και παρέχεται από «σχολές ανώτερης βαθμίδας» με χρόνο φοιτήσεως όχι μεγαλύτερο των τριών ετών, χωρίς συνταγματική κατοχύρωση της κρατικής νομικής μορφής των σχολών και του υπηρεσιακού καθεστώτος του διδακτικού προσωπικού.

 

Ο συνταγματικός νομοθέτης δεν επέβαλε συγκεκριμένο πρότυπο οργανώσεως των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων αλλά διαφύλαξε στον κοινό νομοθέτη την ευχέρεια, εφόσον κινείται μέσα στα συνταγματικά πλαίσια που διέπουν την οργάνωση και λειτουργία της ανωτάτης εκπαιδεύσεως,

           «αφενός μεν να καθορίζει το γνωστικό αντικείμενο της διδασκαλίας και έρευνας ανάλογα με το είδος και τις επιστημονικές κατευθύνσεις κάθε ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος. καθώς και με τις εκπαιδευτικές ανάγκες,

           αφετέρου δε να οργανώνει τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα κατά τις απαιτήσεις της εξελισσόμενης επιστήμης και τεχνολογίας και εν όψει των εκάστοτε κρατουσών οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών» (Σ.τ.Ε. ολομ. 2801/1984 κ.ά.).

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ο νομοθέτης έχει:

           την ευχέρεια να ιδρύει νέα A.E.I., εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 16 του Συντάγματος για την ανώτατη εκπαίδευση.

           Ομοίως, σχολές της ανώτερης επαγγελματικής ή άλλης ειδικής εκπαίδευσης μπορούν να μετατρέπονται σε A.E.I,, εφόσον οργανώνονται από τον νόμο όπως προβλέπει το Σύνταγμα, δηλαδή ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου πλήρως αυτοδιοικούμενα, με κύριο εκπαιδευτικό προσωπικό αυξημένων προσόντων που απολαμβάνει των εγγυήσεων του Συντάγματος και έχουν ως αποστολή την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης.

 

IV.Από τά ΚΑΤΕΕ στα ΤΕΙ

 

Ο κοινός νομοθέτης εξειδικεύοντας τους ορισμούς του Συντάγματος για την επαγγελματική και τεχνική εκπαίδευση προέβλεψε, με τον ν. 576/1977 (ΦΕΚ Α' 102), την ίδρυση των Κέντρων Ανωτέρας Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως (Κ.Α.Τ.Ε.Ε.), τα οποία συγκροτούσαν περισσότερες Ανώτερες Τεχνικές και Επαγγελματικές Σχολές (άρθρο 27).

 Τα Κ.Α.Τ.Ε.Ε. καταργήθηκαν με το άρθρο 35 παρ. 1 του νόμου 1404/1983 (ΦΕΚ Α' 173), ο οποίος ίδρυσε τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (T.E.I) Ειδικότερα, ο νομοθέτης όρισε οτι:

           τα ΤΕΙ είναι ν.π.δ.δ αυτοδιοικούμενα στα πλαίσια του ν 1404/ 1983. η δε κρατική εποπτεία επ’ αυτών ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου (άρθρο 1 παρ.Ι ν. 1404/1983)

           τα ΤΕΙ είχαν ως αποστολή, μεταξύ άλλων, να παρέχουν θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση για την εφαρμογή

          επιστημονικών,

          τεχνολογικών καλλιτεχνικών ή

          άλλων γνώσεων και δεξιοτήτων στο επάγγελμα και ότι, ως εκ της ανωτέρω αποστολής τους,

"τα ΤΕΙ, διακρίνονται σαφώς ως προς τον ρόλο και την κατεύθυνση των ίδιων και των αποφοίτων τους και ως προς το περιεχόμενο και τους τίτλους σπουδών από τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα" (άρθρο 1 παρ. 2).

Στο άρθρο 15 ορίσθηκε ότι το κύριο διδακτικό έργο ασκείται από το εκπαιδευτικό προσωπικό (Ε.Π.), το οποίο ανήκει σε μία από τις βαθμίδες:

           καθηγητών,

           επικούρων καθηγητών

           καθηγητών εφαρμογών

και προβλέφθηκαν τα προσόντα για την εκλογή στις ανωτέρω βαθμίδες.

Η κατοχή διδακτορικού διπλώματος απαιτείτο ως τυπικό προσόν μόνο για την εκλογή στην βαθμίδα του καθηγητή μπορούσε δε να αντικατασταθεί με ισότιμο επαγγελματικό ή καλλιτεχνικό έργο ή με ισότιμο επιστημονικό έργο εφόσον επρόκειτο για θεωρητικά μαθήματα

Στο άρθρο 25 παρ. 2 εδ. α' ορίζετο ότι οι σπουδές σε κάθε τμήμα καταλήγουν στην απόκτηση πτυχίου, ενώ

στην παρ. 5 του άρθρου 27 ότι "σπουδαστής ενός τμήματος γίνεται πτυχιούχος όταν:

 

           έχει παρακολουθήσει με επιτυχία όλα τα υποχρεωτικά κλπ. μαθήματα

           έχει εγκριθεί η πτυχιακή του εργασία και

           έχει περατώσει την πρακτική άσκηση στο επάγγελμα".

 

Με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 38 του νόμου ρυθμίσθηκαν θέματα που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την ένταξη του προσωπικού των ΚΑΤΕΕ σε θέσεις προσωπικού των ΤΕΙ.

Στη συνέχεια, με τις διατάξεις:

           των άρθρων 57 του ν. 2413/1996 (Α' 124),

           7 του ν. 2530/1997 (Α' 218),

           Ι του ν 2621/1998 (Α' 136)

           16 του ν 2817/2000 (Α' 78)

τροποποιήθηκαν ρυθμίσεις του ν. 1404/1983 για τα ΤΕΙ,, τα οποία εξακολούθησαν να ανήκουν στην ανώτερη εκπαίδευση και όχι στην ανώτατη εκπαίδευση

Ειδικότερα, με τις διατάξεις αυτές αναβαθμίστηκαν

           τα προσόντα που απαιτούντο για την εκλογή στις βαθμίδες των μελών του εκπαιδευτικού προσωπικού

          Ο νομοθέτης προέβλεψε ως αναγκαίο τυπικό προσόν για την εκλογή και στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή την κατοχή διδακτορικού διπλώματος,

          ενώ το διδακτορικό δίπλωμα ως προσόν μπορούσε να αντικατασταθεί μόνο με υψηλού επιπέδου καλλιτεχνικό έργο εφόσον για το προκηρυχθέν γνωστικό αντικείμενο δεν ήταν δυνατή ή συνήθης η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής.

           καθώς και το έργο που επιτελούσαν τα μέλη του.

 

           Το έργο του Ε.Π. των ΤΕΙ ήδη περιελάμβανε άσκηση διδακτικών, ερευνητικών -επιστημονικών και διοικητικών καθηκόντων,

           συμμετοχή στα όργανα Διοίκησης των ΤΕΙ, σε συμβούλια και επιτροπές., σε εκλεκτορικά σώματα και εισηγητικές επιτροπές,

           κατοχή θέσης Προέδρου, Αντιπροέδρου, Διευθυντή σχολής, Προϊσταμένου Τμήματος κ.λ.π.

           Ορίσθηκε δε ότι τα μέλη Ε.Π. των ΤΕ1 είναι δημόσιοι λειτουργοί και απολαμβάνουν λειτουργικής ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των διδακτικών και ερευνητικών καθηκόντων τους,

           προβλέφθηκε αναθεώρηση του περιεχομένου και των προγραμμάτων σπουδών κάθε τρία σπουδαστικά έτη, σύμφωνα με τις εξελίξεις του αντίστοιχου επιστημονικού και επαγγελματικού τομέα. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του Ν. 2413/1996

 

V.Τι προβλέπει για τον όρο Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

 

Ο  θεσμός των ΤΕΙ στηρίχθηκε στις διατάξεις του Ν.1404/83 ο οποίος δεν ενέτασε τά ΤΕΙ ούτε στην Ανώτατη ούτε στην Ανώτερη Εκπαίδευση όπως συνταγματικά προβλέπεται, αλλά στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.Κατά  την άποψη του Νομοθέτη, το άρθρο 16 του Συντάγματος επιτρέπει την λειτουργία Ιδρυμάτων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης πού δεν ανήκουν αναγκαστικά στην Ανώτερη Εκπαίδευση και ότι η επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να νοηθεί, κατά την διατύπωση της συνταγματικής διάταξης ,ως μέρος της ειδικής εκπαίδευσης , ενώ είναι σαφές ότι οι καλλιεργούμενες στα ΤΕΙ ειδικότητες σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθόύν ότι παρέχουν «Ειδική Εκπαίδευση»,π.χ. Η Μηχανολογία ή η Νοσηλευτική προσφέρονται ως ειδικότητες και από τα Πανεπιστήμια και από τά ΤΕΙ.

Παρά ταύτα σε αίτηση ακύρωσης από το ΤΕΕ του υπ' αριθμ. 227/1995 Π. Δ/τος (ΦΕΚ Α ΄/ 130/20.6.1995), κατά το μέρος που ορίζει, μεταξύ των άλλων, ότι η διάρκεια σπουδών στα Τμήματα Ενεργειακής Τεχνικής, Ορυχείων και Πληροφορικής της Σχολής Τεχνολογικών Εφαρμογών των Τ.Ε.Ι. της χώρας θα ανέρχεται σε οκτώ (8) εν συνόλω εξάμηνα. το ΣΤΕ απεφάνθη ότι:

«Από το συνδυασμό των παρατεθεισών διατάξεων του Συντάγματος, προκύπτει ότι τόσο η ανωτάτη εκπαίδευση όσο και η ανωτέρα επαγγελματική εκπαίδευση ανήκουν στην ίδια τρίτη βαθμίδα, πλην διακρίνονται σαφώς μεταξύ τους ως προς την αποστολή και την οργάνωση. Βασική αποστολή των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι η καλλιέργεια της επιστήμης που αναλύεται σε έρευνα και διδασκαλία. Αντιθέτως, η επαγγελματική εκπαίδευση αποσκοπεί στη μετάδοση ειδικών γνώσεων και εμπειριών κατάλληλων για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος και αντιστοίχως στη δημιουργία στελεχών απαραιτήτων για τη λειτουργία της σύγχρονης οικονομίας. Διαφορετική είναι και η οργανωτική διάρθρωση, αφού η ανωτάτη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικώς σε ιδρύματα, υπό τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με πλήρη αυτοδιοίκηση, από καθηγητές που απολαύουν προσωπικής ανεξαρτησίας ανάλογης με εκείνη των δικαστικών λειτουργών, ενώ η επαγγελματική εκπαίδευση παρέχεται από "σχολές ανώτερης βαθμίδας" χωρίς συνταγματική κατοχύρωση της κρατικής νομικής μορφής των σχολών και του υπηρεσιακού καθεστώτος του διδακτικού προσωπικού. Παραλλήλως ο συντακτικός νομοθέτης έκρινε σκόπιμο να ενισχύσει τη διαφοροποίηση των δυο οργανωτικών σχημάτων με τον περιορισμό της διάρκειας των σπουδών της ανωτέρας επαγγελματικής εκπαίδευσης στα τρία έτη (βλ. Πρακτικά Αναθεωρητικής Βουλής σελ. 494, 496, 501, 504 και Σ.τ.Ε. 576/1981 Ολ., 1175/1988).

Ο διαχωρισμός αυτός των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων από τις σχολές ανωτέρας βαθμίδας, που παρέχουν επαγγελματική ή άλλη ειδική εκπαίδευση δεν δύναται ούτε να ματαιωθεί αμέσως από τον κοινό νομοθέτη με την εξίσωση αυτών ούτε και να καταστρατηγηθεί εμμέσως με την παράταση του χρόνου σπουδών πέραν της συνταγματικώς οριζομένης τριετίας και την ταυτόχρονη αλλοίωση του προγράμματος σπουδών, ώστε να μη παρέχεται σε αυτές η επιτασσόμενη από το Σύνταγμα επαγγελματική ή άλλη ειδική εκπαίδευση αλλά εκπαίδευση προσομοιάζουσα προς την παρεχόμενη από τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1260/1995 Ολ. 1958/2000 Ολομέλεια).»

 

VΙ. Τα ΤΕΙ με τον Ν.2916/2001

 

Ακολούθως, δημοσιεύθηκε ο ν. 2916/2001« Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης και ρύθμιση θεμάτων του τεχνολογικού τομέα αυτής» (Α' 114/11-6-2001), στο άρθρο 1 του οποίου ορίζονται τα εξής:

 

«1. α) Η ανώτατη εκπαίδευση αποτελείται από δύο παράλληλους τομείς:

αα)      τον πανεπιστημιακό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Πανεπιστήμια, τα Πολυτεχνεία και την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και

ββ)       τον τεχνολογικό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει το Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.

β)         Τα Ιδρύματα των δύο τομέων της ανώτατης εκπαίδευσης λειτουργούν συμπληρωματικά, με διακριτές φυσιογνωμίες και με ρόλους, σκοπό και αποστολή που διαφοροποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουνγια τον πανεπιστημιακό τομέα και για τον τεχνολογικό τομέα.

γ)         Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος "Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα" νοούνται τα ιδρύματα που ήδη λειτουργούν, τα οποία ανήκουν στον πανεπιστημιακό τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης και θα αποκαλούνται εφεξής "Πανεπιστήμια".

2.         Στο πλαίσιο της αποστολής των ιδρυμάτων της ανώτατης εκπαίδευσης, όπως καθορίζεται στο άρθρο 1 του Ν. 1268/1982 (ΦΕΚ 87 Α) και αντιστοίχως στο άρθρο 1 του Ν. 1404/1983 (ΦΕΚ 173 Α), ισχύουν και τα ακόλουθα:

α) Τα Ιδρύματα του πανεπιστημιακού τομέα δίνουν έμφαση στην προαγωγή και ανάπτυξη της επιστήμης, της τεχνολογίας και της τέχνης, στην παραγωγή νέας γνώσης με τη βασική και εφαρμοσμένη έρευνα και στην υψηλή και ολοκληρωμένη, θεωρητική και εφαρμοσμένη, κατάρτιση του επιστημονικού, τεχνολογικού και καλλιτεχνικού δυναμικού της χώρας.

Στο πλαίσιο αυτό, τα Ιδρύματα του πανεπιστημιακού τομέα έχουν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 1404/1983, όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο, την ευθύνη του σχεδιασμού και της οργάνωσης των μεταπτυχιακών σπουδών στην Ελλάδα και την αρμοδιότητα για τη χορήγηση των μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

β) Τα Ιδρύματα του τεχνολογικού τομέα δίνουν έμφαση στην εκπαίδευση στελεχών εφαρμογών υψηλής ποιοτικής στάθμης, τα οποία, με τη θεωρητική και εφαρμοσμένη επιστημονική κατάρτιση τους:

αα)      Αποτελούν συνδετικό κρίκο μεταξύ γνώσης και εφαρμογής, αναπτύσσοντας την εφαρμοσμένη διάσταση των επιστημών και των τεχνών στα αντίστοιχα επαγγελματικά πεδία.

ββ)       Μεταφέρουν, χρησιμοποιούν και προάγουν σύγχρονη τεχνολογία, καθώς επίσης και μεθόδους, πρακτικές και τεχνικές στο χώρο των εφαρμογών.

 

Στο πλαίσιο αυτό, τα Ιδρύματα του τεχνολογικού τομέα συνδυάζουν την ανάπτυξη του κατάλληλου θεωρητικού υπόβαθρου σπουδών με υψηλού επιπέδου εργαστηριακή και πρακτική άσκηση, ενώ παράλληλα διεξάγουν κυρίως τεχνολογική έρευνα, όπως εκάστοτε ορίζεται αυτή και αναπτύσσουν τεχνογνωσία και καινοτομίες στα αντίστοιχα επαγγελματικά πεδία.»

 

Περαιτέρω, με τον ανωτέρω Ν. 2916/2001 αντικαθίστανται διατάξεις του Ν. 1404/1983 και μεταξύ άλλων προβλέπονται τα εξής:

 

           Στην παρ. 3 του άρθρου Ι του ν 2916/2001 ορίζεται ότι τα T.E.I, είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου πλήρως αυτοδιοικούμενα σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος

           Στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι το κύριο διδακτικό και ερευνητικό έργο ασκείται από το εκπαιδευτικό προσωπικό (Ε.Π.), το οποίο ανήκει σε μία από τις βαθμίδες Καθηγητή T.E.I., Αναπληρωτή Καθηγητή T.E.I., Επίκουρου Καθηγητή T.E.I, και Καθηγητή Εφαρμογών T.E.I..

          Τα μέλη του Ε.Π. των T.E.I, είναι δημόσιοι λειτουργοί και απολαμβάνουν τις εγγυήσεις του άρθρου 16 παρ. 6 του Συντάγματος

Καθορίζονται νέα, αυξημένα, τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την εκλογή σε κάθε βαθμίδα προσωπικού.

Για την εκλογή στις βαθμίδες Καθηγητή, Αναπληρωτή και Επικούρου Καθηγητή ΤΕΙ απαιτούνται ως τυπικά προσόντα:

          κατοχή διδακτορικού διπλώματος,

          αυτοδύναμη διδασκαλία,

          δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά αναγνωρισμένου κύρους,

          αναγνώριση του συνολικού ερευνητικού και εφηρμοσμένου έργου του υποψήφιου αναπληρωτή καθηγητή και

          διεθνής αναγνώριση του έργου του υποψήφιου καθηγητή,

Η κατοχή διδακτορικού διπλώματος και δημοσιεύσεων δεν ισχύουν προκειμένου μόνο για γνωστικά αντικείμενα εξαιρετικής και αδιαμφισβήτητης ιδιαιτερότητας, για τα οποία δεν είναι δυνατή ή συνήθης η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής ή δεν είναι συνήθεις οι δημοσιεύσεις.

·       Στο άρθρο 3 του ίδιου νόμου ρυθμίζονται επί νέας βάσεως τα θέματα εκλογής του ανωτέρω προσωπικού.

Ειδικότερα, τα μέλη του Ε.Π. διορίζονται με πράξη του Προέδρου του T.E.I, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ο έλεγχος νομιμότητας από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων της πράξεως και των πρακτικών εκλογής των οικείων εκλεκτορικών σωμάτων ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την περιέλευση στο Υπουργείο. Αν η πράξη του Προέδρου κριθεί νόμιμη ή αν παρήλθε άπρακτη η πιο πάνω προθεσμία, η πράξη διορισμού δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

          Αν διαπιστωθεί έλλειψη νομιμότητας η πράξη αναπέμπεται στο T.E.I.

           Στο άρθρο 4 του νόμου αυτού ως προς τα θέματα υπηρεσιακής καταστάσεως γενικά του Ε.Π. προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι

          οι καθηγητές και Αναπληρωτές Καθηγητές διορίζονται ως μόνιμοι ενώ

          οι επίκουροι Καθηγητές των T.E.I, διορίζονται με θητεία τριών ετών.

          Ως προς την αποχώρηση από την υπηρεσία των μελών του εκπαιδευτικού προσωπικού των T.E.I προβλέπεται ότι αποχωρούν αυτοδικαίως από την θέση τους όταν λήξει το ακαδημαϊκό έτος μέσα στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους και περαιτέρω

          ότι μπορούν να παυθούν για τους λόγους και με την διαδικασία που προβλέπεται για τα μέλη Δ.Ε.Π. των Πανεπιστημίων.

           Στο άρθρο 5 του ίδιου νόμου, ως προς τα θέματα σπουδών των ΤΕΙ προβλέπεται ότι

          η διάρκεια σπουδών στα τμήματα των T.E.I, είναι κατά κανόνα οκτώ εξάμηνα και περιλαμβάνει τον αριθμό των εξαμηνιαίων προγραμμάτων διδασκαλίας και το εξάμηνο εκπόνησης της πτυχιακής εργασίας, κατά την διάρκεια του οποίου μπορεί να πραγματοποιηθεί και η καθοδηγούμενη και αξιολογούμενη άσκηση στο επάγγελμα,

          το πτυχίο που χορηγείται είναι βασικός τίτλος σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης, ο οποίος δίνει την δυνατότητα πρόσβασης σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών σε ελληνικά ή ξένα Πανεπιστήμια

          Τμήματα T.E.I, μπορούν να συμπράττουν στη λειτουργία ή να συνδιοργανώνουν με πανεπιστήμια προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών και ότι οι σχετικοί τίτλοι σπουδών χορηγούνται από τα πανεπιστήμια.

          Στο ίδιο άρθρο 5 ορίζεται ότι η εποπτεία του κράτους στα Τ.Ε.Ι.ασκείται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ο οποίος ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων των οργάνων τους.

 

Σε αίτηση ακύρωσης της υπ. αριθμ. Φ 187 Ε5/1561/22-6-2001 πράξεως του Υφυπουργού Παιδείας (ΦΕΚ 143/5-7-2001), κατά το μέρος που με αυτήν διαπιστώνεται η αυτοδίκαιη μετατροπή της κατεχόμενη θέσης εκπαιδευτικού προσωπικού, της βαθμίδας του καθηγητή, σε προσωποπαγή θέση αναπληρωτή καθηγητή του ν.2916/2001,   το ΣτΕ απεφάνθη ότι:

«Από τις διατάξεις του Ν.2916/2001 και ιδίως από τις διατάξεις του άρθρου 1 αυτού, την ισχύ των οποίων προϋποθέτει η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 εδ.α" του ίδιου νόμου με βάση την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, σε συνδυασμό με την εισηγητική έκθεση και τις προπαρασκευαστικές εργασίες ψηφίσεως του νόμου, συνάγεται ότι:

           ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χωράν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες αναπτύσσεται ήδη ενιαίος χώρος ανώτατης (πανεπιστημιακής και τεχνολογικής) εκπαίδευσης και τις ανάγκες της σύγχρονης οικονομίας και παραγωγής για επιστημονικώς καταρτισμένα στελέχη και διαπιστώνοντας ότι τα ΤΕΙ, με τις συνεχείς αναβαθμίσεις των προσόντων των εκπαιδευτικών τους και τον συνεχή εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών τους, είχαν αποκτήσει στην πράξη τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά της ανώτατης εκπαίδευσης, προέβη στην αναδιοργάνωση του χώρου της ανώτατης εκπαίδευσης.

           Με τον ν. 2916/2001 τα T.E.I. ως «σχολές ανώτερης βαθμίδας»καταργούνται, ταυτόχρονα δε ιδρύονται, με την ίδια ονομασία, ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα

Ήδη, κατά το άρθρο 1 του ν. 2916/2001 η ανώτατη εκπαίδευση αποτελείται από τον πανεπιστημιακό τομέα και τον τεχνολογικό τομέα που περιλαμβάνει τα ιδρυόμενα με τον εν λόγω νόμο T.E.I.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις του ν. 2916/2001

           τα T.E.I, αποβλέπουν στην παροχή εκπαιδεύσεως, η οποία δεν έχει τα χαρακτηριστικά της ανώτερης επαγγελματικής εκπαίδευσης, δηλαδή απλής μετάδοσης εξειδικευμένων γνώσεων, εμπειριών και δυνατοτήτων για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος, και τούτο διότι δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην θεωρητική και εφαρμοσμένη επιστημονική κατάρτιση των αποφοίτων τους και την διεξαγωγή τεχνολογικής έρευνας για την ανάπτυξη και μεταφορά σύγχρονης τεχνολογίας και τεχνογνωσίας, (άρθρο 1)

           προβλέπεται δυνατότητα συμμετοχής ή σύμπραξης σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών με τα πανεπιστήμια

           παραλλήλως δε, με την διάταξη του άρθρου 6 παρ. 6 εδ.α' ορίζεται μεταβατική περίοδος για την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών, όλων των Τμημάτων των T.E.I.

           Οργανώνονται ως ιδρύματα ν.π.δ.δ. με πλήρη αυτοδιοίκηση, κατά το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος,

        με εκπαιδευτικό προσωπικό ηυξημένων προσόντων που ασκεί το κύριο διδακτικό και ερευνητικό έργο και απολαμβάνει των εγγυήσεων του άρθρου 16 παρ. 6 του Συντάγματος.

Για την στελέχωση των T.E.I, με τις απαραίτητες για την λειτουργία τους θέσεις κύριου διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού ο νομοθέτης προέβλεψε

        την σύσταση τακτικών θέσεων καθηγητών και

        την μετατροπή των κενών οργανικών θέσεων καθηγητών και επίκουρων καθηγητών των προ του ν. 2916/2001 Τ.Ε.Ι. σε τακτικές θέσεις αναπληρωτών και επικούρων καθηγητών,

           για την ομαλή δε μετάβαση από το παλαιό στο νέο οργανωτικό καθεστώς λειτουργίας των T.E.I, προέβλεψε παραλλήλως, μεταβατική περίοδο μέχρι 31-8-2008

        για την μετατροπή σε τακτικές θέσεις των προσωποπαγών θέσεων εκπαιδευτικού προσωπικού

        παρέχοντας την δυνατότητα στο προ του ν 2916/2001 εκπαιδευτικό προσωπικό των T.E.I,, το οποίο εντάσσεται στις θέσεις αυτές και ασκεί διδακτικό -ερευνητικό έργο να κριθεί από εκλεκτορικά σώματα βάσει των νέων ηυξημένων προσόντων για να καταλάβει τακτικές θέσεις της ίδιας ή της επόμενης βαθμίδα,

Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, με την δυνάμει της διατάξεως του άρθρου 1 του Ν.2916/2001, μετατροπή, δηλαδή την κατάργηση ανώτερων επαγγελματικών σχολών και την ταυτόχρονη ίδρυση ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ο νομοθέτης κινείται εντός του πλαισίου των διατάξεων του άρθρου 16 του Συντάγματος για την ανώτατη εκπαίδευση, ενώ, η σχετική ρύθμιση δεν αντίκειται στην κατά το Σύνταγμα διάκριση της ανώτατης από την ανώτερη επαγγελματική εκπαίδευση.»

 

 

VII. ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

           

Φυσικό επακόλουθο της ακαδημαϊκής αναβάθμισης των ΤΕΙ και νομικά στην Ανώτατη Τεχνολογική Εκπαίδευση είναι:

           η ενεργός συμμετοχή τους σε Προγράμματα Εφαρμοσμένης Έρευνας

           η συνεχής ποιοτική αναβάθμιση των μεθόδων μετάδοσης της γνώσης και των δεξιοτήτων

   η ενεργοποίηση των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 1404/83, όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 13 του άρ­θρου 5 του Ν. 2916/01 (ΦΕΚ114, Α’) οπου προβλέπεται ότι:.

«α) Τμήματα Τ.Ε.Ι. μπορούν να συμπράττουν στη λειτουργία Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π. Μ.Σ.) που διοργανώνονται σε Πανεπιστήμια εσωτερικού ή ομοτανή εξωτερικού, με τη συμμετοχή σε αυτά μελών Ε.Π. ή τη διάθε­ση χώρων και εγκαταστάσεων.

β) Τμήματα Τ. Ε. Ι. τα οποία πληρούν τα κριτήρια που καθορίζονται από τα οικεία όργανα αξιολόγησης των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης μπορούν, με εφαρμογή των σχετικών διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για τη διεξαγωγή των Π.Μ.Σ., να συνδιοργανώσουν διατμηματικά Π.Μ.Σ. με Πανεπιστήμια εσωτερικού ή ομοταγή εξωτερικού.

γ) Οι τίτλοι σπουδών, στις παραπάνω περιπτώσεις, χορηγούνται από τα Πανεπιστήμια.»

 

Στα κοινά αυτά μεταπτυχιακά προγράμματα ΑΕΙ και ΤΕΙ θα πρέπει να προβλέπεται, πλέον, ισότιμη συ­νεργασία, κάτι εντελώς δια­φορετικό από την υφιστά­μενη σήμερα σύμπραξη, ό­που τον πρώτο και τελευ­ταίο λόγο έχουν τα πανεπι­στήμια. Στο πλαίσιο αυτό το ζητούμενο είναι να έχουν ακριβώς τα ίδια δι­καιώματα στην οργάνωση και υλοποίηση του κάθε προγράμματος.

Σύμφωνα με την κανονιστική Υπουργική Απόφαση 60671/Ε5 (ΦΕΚ 411/Β’/5.4.2002) για τη σύμπραξη Τμημάτων ΤΕΙ στα Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών των Πανεπιστημίων

1.Τμήματα των T.E.Ι. μπορούν να συμπράττουν στη λει­τουργία Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π.Μ.Σ.) που οργανώνονται και πραγματοποιούνται σε Ελληνικά Πανεπιστήμια. Η σύμπραξη αυτή συνιστάται στη συμμετοχή μελών του Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Π.) των T.E.I, στην εκτέλεση των εν λόγω Π.Μ.Σ. ή και στη διάθεση μέσων, εργαστηρίων και άλλων εγκαταστά­σεων των συμπραττόντων Τμημάτων Τ.Ε.Ι. για την πραγματοποίηση μέρους των δραστηριοτήτων των Π.Μ.Σ.

2. α) Τα μέλη Ε. Π. των Τ.Ε.Ι. που συμμετέχουν κατά τα ανωτέρω στη λειτουργία των Π.Μ.Σ. πρέπει να διαθέτουν τα ακαδημαϊκά προσόντα και να πληρούν τις λοιπές προ­διαγραφές που απαιτούνται κατά τις κείμενες διατάξεις για τα μέλη Δ.Ε.Π. των Πανεπιστημίων προκειμένου να μπορούν αυτά να συμμετέχουν σε ένα Π.Μ.Σ.

β)Εφ' όσον στο πλαίσιο της ανωτέρω σύμπραξης χρη­σιμοποιούνται εργαστήρια και λοιπές εγκαταστάσεις Τμημάτων Τ.Ε.Ι., είναι δυνατό να συμμετέχουν στην εκτέ­λεση των εργαστηριακών και των λοιπών συναφών υποστηρικτικών εργασιών του Π.Μ.Σ. μέλη του Ειδικού Τεχνι­κού Προσωπικού και του λοιπού εργαστηριακού προσω­πικού του οικείου Τ.Ε.Ι., εφ' όσον αυτά διαθέτουν την απαραίτητη γνώση και εμπειρία.

 

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α.Ε.Ι. ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΜΕ ΤΜΗΜΑ Τ.Ε.Ι.

 

1.Πρόταση του Τομέα Τμήματος του ΤΕΙ προς τον αντίστοιχο Τομέα Τμήματος του Πανεπιστημίου για συνεργασία σε ΠΜΣ που υποβάλλεται μέσω Απόφασης του Συμβουλίου Τμήματος.

2. Απόφαση Γενικής Συνέλευσης του Τομέα του Πανεπιστημιακού Τμήματος προς την Γενική Συνέλευση Ειδικής Σύνθεσης του Πανεπιστημιακού Τμήματος, με την οποία ζητείται η έγκριση συνεργασίας των δύο Τμημάτων.

3.Απόφαση Συμβουλίου ΤΕΙ, με την οποία γίνεται αποδοχή της πρότασης του Τμήματος του ΤΕΙ για συνεργασία με το αντίστοιχο Τμήμα ΑΕΙ, για την εκπόνηση κοινού ΠΜΣ (είτε υπό μορφή σύμπραξης είτε υπό μορφή συνδιοργάνωσης).

4. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης Ειδικής Σύνθεσης του Πανεπιστημιακού Τμήματος υποβάλλεται στην Πανεπιστημιακή Σύγκλητο και περιλαμβάνει:

α) το αντικείμενο και τον σκοπό του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών,

β) το είδος του μεταπτυχιακού τίτλου που θα απονέμεται,

γ) τις κατηγορίες των πτυχιούχων που θα γίνονται δεκτές,

δ) τη χρονική διάρκεια του προγράμματος, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη ενός πλήρους ημερολογιακού έτους,

ε) τον τόπο και χρόνο της διδακτικής και ερευνητικής απασχόλησης των μεταπτυχιακών φοιτητών, καθώς και τα διδασκόμενα γνωστικά αντικείμενα με τις αντίστοιχες διδακτικές μονάδες

στ) τον αριθμό των μεταπτυχιακών φοιτητών, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή για την απρόσκοπτη λειτουργία του Προγράμματος,

ζ) τη χρονική διάρκεια λειτουργίας του ΠΜΣ,

η) το κόστος της αναγκαίας υλικοτεχνικής υποδομής,

θ) το κόστος λειτουργίας του Προγράμματος,

ι) τις πηγές και το ύψος της χρηματοδότησής του.

5.         Η θετική απόφαση της Συγκλήτου με τον πλήρη φάκελο, υποβάλλεται στο Τμήμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, στον Διοικητικό Τομέα της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, από όπου και προωθείται προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για την έκδοση της σχετικής εγκριτικής απόφασης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Ενώ η υπ’ αριθ. 31364/Β7 (ΦΕΚ 771/Β’/21.6.2002) κανονιστική Υπουργική Απόφαση προβλέπει επίσης τη σύμπραξη των Τμημάτων των ΤΕΙ στη λειτουργία Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π.Μ.Σ.), των οποίων την ευθύνη οργάνωσης και εκτέλεσης έχουν ομοταγή Πανεπιστήμια του εξωτερικού, αναγνωρισμένα από το ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α.

Σύμφωνα με την ανωτέρω:

 

1. Τμήματα των TEI μπορούν να συμπράττουν στη λειτουργία Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π.Μ.Σ.), την ευθύνη οργάνωσης και εκτέλεσης των οποίων έχουν ομοταγή Πανεπιστήμια του εξωτερικού αναγνω­ρισμένα από το ΔΙΚΑΤΣΑ.

2. Η σύμπραξη αυτή συνίσταται στη συμμετοχή μελών Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Π.) των TEI στην εκτέλεση των εν λόγω Π.Μ.Σ. και στη διάθεση μέσων, εργαστηρίων και άλλων εγκαταστάσεων των συμπραττόντων TEI για την πραγματοποίηση των ανωτέρω Π.Μ.Σ.

3. Τα μέλη Ε.Π. των TEI που συμμετέχουν κατά τα ανω­τέρω στη λειτουργία των Π.Μ.Σ. πρέπει να διαθέτουν τα ακαδημαϊκά προσόντα και να πληρούν τις λοιπές προδια­γραφές που απαιτούνται κατά τις κείμενες διατάξεις για τα μέλη Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) των Πανεπιστημίων εσωτερικού προκειμένου να μπορούν αυ­τά να συμμετέχουν σε Π.Μ.Σ.

4. Εφ' όσον στο πλαίσιο της ανωτέρω σύμπραξης χρη­σιμοποιούνται εργαστήρια και λοιπές εγκαταστάσεις Τμημάτων Τ.Ε.Ι., είναι δυνατόν να επικουρούν στην εκτέ­λεση εργαστηριακών και λοιπών συναφών εργασιών του Π.Μ.Σ. μέλη του Ειδικού Τεχνικού Προσωπικού και του λοιπού εργαστηριακού προσωπικού του οικείου T.E.I., εφ' όσον αυτά διαθέτουν την απαραίτητη γνώση και εμπειρία και ύστερα από απόφαση του Συμβουλίου του συμπράττοντος Τμήματος Τ.Ε.Ι.

5. Για την έγκριση της κατά τα ανωτέρω σύμπραξης απαιτείται απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου του συμπράττοντος Τμήματος Τ.Ε.Ι. και γνώμη του Συμ­βουλίου του οικείου T.E.I. Στην εισήγηση του Τμήματος εμπεριέχεται υποχρεωτικά και το πρόγραμμα σπουδών του Π.Μ.Σ. του Πανεπιστημίου του εξωτερικού. Με την ανωτέρω απόφαση, καθορίζονται οι όροι και οι προϋπο­θέσεις της σύμπραξης και ρυθμίζονται όλα τα σχετικά λει­τουργικά και οργανωτικά θέματα, σύμφωνα με τα προ­βλεπόμενα στην έγγραφη συμφωνία που συνάπτεται με­ταξύ του συμπράττοντος TEI και του Πανεπιστημίου του εξωτερικού.

6. Οι τίτλοι σπουδών που χορηγούνται από Π.Μ.Σ., τα οποία εκτελούνται σύμφωνα με τα ανωτέρω, αναγνωρίζο­νται και ισοτιμώνται από το ΔΙΚΑΤΣΑ με τους ίδιους όρους και τις ίδιες προϋποθέσεις όπως οι τίτλοι μεταπτυχιακών σπουδών των Προγραμμάτων του Πανεπιστημίου του εξωτερικού τα οποία πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου στην έδρα του και χωρίς τη σύμπραξη του ελληνικού TEI.

 

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α.Ε.Ι. ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΜΕ ΤΜΗΜΑ Τ.Ε.Ι.

 

•Πρόταση του Τομέα  Τμήματος του ΤΕΙ προς τον αντίστοιχο Τομέα  Τμήματος ομοταγούς Πανεπιστημίου του εξωτερικού, που αναγνωρίζεται από το ΔΙΚΑΤΣΑ, για συνεργασία σε ΠΜΣ που υποβάλλεται μέσω Απόφασης του Συμβουλίου Τμήματος του ΤΕΙ.

•Απόφαση Συμβουλίου ΤΕΙ, με την οποία γίνεται αποδοχή της πρότασης του Τμήματος του ΤΕΙ για συνεργασία με το αντίστοιχο Τμήμα ΑΕΙ του εξωτερικού, για την εκπόνηση κοινού ΠΜΣ.

•Η απόφαση του Πανεπιστημίου του εξωτερικού πρέπει να περιλαμβάνει:

α) το αντικείμενο και τον σκοπό του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών.

Το ΠΜΣ θα πρέπει να διεξάγεται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που διεξάγεται το αντίστοιχο ΠΜΣ στις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου του εξωτερικού.

β) το είδος του μεταπτυχιακού τίτλου που θα απονέμεται.

Ο μεταπτυχιακός τίτλος θα αναγνωρίζεται και θα υφίσταται τη διαδικασία ισοτιμίας από το ΔΙΚΑΤΣΑ, με τους ίδιους όρους και τις ίδιες προϋποθέσεις, όπως οι τίτλοι μεταπτυχιακών σπουδών των προγραμμάτων του Πανεπιστημίου του εξωτερικού, τα οποία πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου στην έδρα τους.

γ) τις κατηγορίες των πτυχιούχων που θα γίνονται δεκτές,

δ) τη χρονική διάρκεια του Προγράμματος, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη ενός πλήρους ημερολογιακού έτους,

ε) τον τόπο και χρόνο της διδακτικής και ερευνητικής απασχόλησης των μεταπτυχιακών φοιτητών, καθώς και τα διδασκόμενα γνωστικά αντικείμενα με τις αντίστοιχες διδακτικές μονάδες

στ) τον αριθμό των μεταπτυχιακών φοιτητών, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή για την απρόσκοπτη λειτουργία του Προγράμματος,

ζ) τη χρονική διάρκεια λειτουργίας του ΠΜΣ,

η) το κόστος της αναγκαίας υλικοτεχνικής υποδομής,

θ) το κόστος λειτουργίας του Προγράμματος,

ι) τις πηγές και το ύψος της χρηματοδότησής του.

•Η έγγραφη συμφωνία συνεργασίας του συμπράττοντος ΤΕΙ και του Πανεπιστημίου του εξωτερικού, που θα περιλαμβάνει τα ανωτέρω,  υποβάλλεται στο Τμήμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, στον Διοικητικό Τομέα της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, από όπου και προωθείται προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για την έκδοση της σχετικής εγκριτικής απόφασης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Ειδικότερα, η διάρθρωση – έγκριση των Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών γίνεται βάσει του Ν. 2083/92 (ΦΕΚ 159/Α’/21.9.92 «Εκσυγχρονισμός της Ανώτατης Εκπαίδευσης»), όπου  μεταξύ άλλων προβλέπεται:

·       Η δυνατότητα απονομής μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.).

·       Η χρονική διάρκεια για την απονομή του διπλώματος αυτού ορίζεται στο πρόγραμμα και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα πλήρες ημερολογιακό έτος. Μέρος του χρόνου αυτού που δεν μπορεί να είναι μικρότερο από τρεις μήνες διατίθεται για τη συγγραφή από το μεταπτυχιακό φοιτητή μεταπτυχιακής ερευνητικής ή συνθετικής διατριβής .

·       Προτάσεις για λειτουργία προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μόνο οι Γενικές Συνελεύσεις των Τμημάτων

·       Στα Π.Μ.Σ. γίνονται δεκτοί πτυχιούχοι Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ομοταγών αναγνωρισμένων ιδρυμάτων της αλλοδαπής. Οι 'Ελληνες πτυχιούχοι πρέπει να γνωρίζουν αποδεδειγμένα μια ξένη γλώσσα, οι δε αλλοδαποί επαρκώς την ελληνική γλώσσα. Η επιλογή των μεταπτυχιακών φοιτητών

γίνεται με συνεκτίμηση των εξής κυρίως κριτηρίων:

 

  - Το γενικό βαθμό του πτυχίου.

  - Τη βαθμολογία στα προπτυχιακά μαθήματα τα σχετικά με το πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών.

  - Την επίδοση σε διπλωματική εργασία, όπου προβλέπεται στο προπτυχιακό επίπεδο.

  - Την τυχόν ερευνητική δραστηριότητα του υποψηφίου.

 

  Η Γ.Σ.Ε.Σ. του οικείου τμήματος καθορίζει με απόφασή της τις λεπτομέρειες εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, τον ορισμό συμπληρωματικών κριτηρίων ή την πιθανή εξέταση  σε ορισμένα μαθήματα, το αποτέλεσμα των οποίων συνεκτιμάται για την επιλογή.

 

·       Η επιλογή των εισακτέων στο Π.Μ.Σ. γίνεται από επιτροπή μελών Δ.Ε.Π. του οικείου τμήματος, που συγκροτείται με απόφαση της Γ.Σ.Ε.Σ. Ο πίνακας επιτυχόντων επικυρώνεται από τη Γ.Σ.Ε.Σ.

 

·       Τη διδασκαλία των μαθημάτων και τις ασκήσεις μπορούν να αναλαμβάνουν:

-       Μέλη του Δ.Ε.Π. του οικείου τμήματος ή άλλων τμημάτων του ίδιου ή άλλου Α.Ε.Ι., ομότιμοι καθηγητές, επισκέπτες καθηγητές, εντεταλμένοι επίκουροι καθηγητές, ή ειδικοί επιστήμονες.

-       Ερευνητές αναγνωρισμένων ερευνητικών ιδρυμάτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και έχουν επαρκή επιστημονική ή ερευνητική ή συγγραφική δραστηριότητα.

-       Επιστήμονες αναγνωρισμένου κύρους, οι οποίοι διαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις ή σχετική εμπειρία στο αντικείμενο του Π.Μ.Σ.

Δεν επιτρέπεται στα μέλη Δ.Ε.Π. να απασχολούνται αποκλειστικά σε Π.Μ.Σ. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής ορίζονται στον κανονισμό μεταπτυχιακών σπουδών.

Η διδασκαλία των μαθημάτων και των ασκήσεων του Π.Μ.Σ. ανατίθεται από τη Γ.Σ.Ε.Σ. με απόφασή της, ύστερα από εισήγηση της συνέλευσης των μελών Δ.Ε.Π. του αρμόδιου τομέα. Ειδικότερες προϋποθέσεις για ανάθεση διδασκαλίας και ασκήσεων ορίζονται στον κανονισμό μεταπτυχιακών σπουδών.

Με γνώμη της Γ.Σ.Ε.Σ. ενός τμήματος και απόφαση της Συγκλήτου του οικείου Α.Ε.Ι. μπορεί να προβλέπεται η καταβολή διδάκτρων για τους μεταπτυχιακούς φοιτητές συγκεκριμένου προγράμματος.

Ο τύπος των μεταπτυχιακών και διδακτορικών διπλωμάτων και η καθομολόγηση των διδακτόρων καθορίζεται με τον κανονισμό μεταπτυχιακών σπουδών.

 

Τα ΤΕΙ στα πλαίσια του νέου τους ρόλου θα πρέπει να προωθήσουν τη συμμετοχή τους σε προγράμματα τεχνολογικής έρευνας σύμφωνα με τό άρθρο 2  του Νόμου 1514/1985, όπως ισχύει σήμερα οπου αναφέρει ότι:

 "Τεχνολογική έρευνα" είναι οι συστηματικές εργασίες που βασίζονται σε υπάρχουσες γνώσεις (από την έρευνα ή την πρακτική εμπειρία), με σκοπό την προεργασία για την παραγωγή νέων υλικών, προϊόντων ή διατάξεων, την κατάρτιση νέων διαδικασιών, συστημάτων ή υπηρεσιών ή την ουσιαστική βελτίωση αυτών που υπάρχουν για συγκεκριμένες εφαρμογές»

 

Τα ΤΕΙ θα πρέπει να προωθήσουν σε ευρεία κλίμακα το ευρωπαικό γίγνεσθαι  ητοι, το Παράρτημα Διπλώματος (Diploma Supplement), το οποίο θα περιλαμβάνει το προφίλ των σπουδών του κάθε φοιτητή και θα συνεισφέρει στην ανάπτυξη ενός συστήματος εύκολα αναγνώσιμων και συγκρίσιμων ακαδημαϊκών τίτλων, όπως και την καθιέρωση ECTS (Σύστημα Πιστωτικών Μονάδων). Η εφαρμογή του Συστήματος Πιστωτικών Μονάδων έχει ήδη συμφωνηθεί από τις περισσότερες από τις 30 χώρες που συμμετέχουν στη Διαδικασία της Bologna, που προωθεί την υιοθέτηση ενός κοινού ευρωπαϊκού χώρου στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Σύμφωνα με το πλαίσιο αυτό, κάθε ακαδημαϊκό έτος θα περιλαμβάνει 60 διδακτικές μονάδες, ενώ το κάθε εξάμηνο 30. Η δυνατότητα ευελιξίας που παρέχει το Σύστημα των Πιστωτικών Μονάδων θα ανοίξει το δρόμο για τις αμοιβαίες αναγνωρίσεις τόσο των σπουδών όσο και των τίτλων και θα διευκολύνει την κινητικότητα των φοιτητών από ίδρυμα σε ίδρυμα των χωρών που συμμετέχουν στη Διαδικασία της Bologna, υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι οι πιστωτικές μονάδες κάθε προγράμματος σπουδών θα έχουν πιστοποιηθεί προηγουμένως από ένα εθνικό σύστημα αξιολόγησης.

Η μορφή αξιολόγησης των ελληνικών ι­δρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης, όπως προβλέπεται στο σχέδιο νόμου, θεωρείται ή­πια, καθώς δεν προβλέπει διαδικασία «πι­στοποίησης», δηλαδή τυπικής έγκρισης λει­τουργίας Τμημάτων, προγραμμάτων σπου­δών και Σχολών, όπως ισχύει σε ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη.

Επίσης, δεν προβλέπει την περίφημη «κα­τάταξη» (ranking) που ιεραρχεί ομοειδείς Σχολές Σχολών σε σειρά και επίπεδα, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στην Αγγλία.

Στην Ευρώπη δεν υπάρχει ενιαίο σύ­στημα αξιολόγησης. Στις περισσότερες χώρες έχει κυρίως ποιοτικά χαρακτηριστικά, ενώ το σύστημα της αποκλειστικά ποσοτι­κής αξιολόγησης μέσω «δεικτών απόδοσης», που εφαρμοζόταν για παράδειγμα στην Αγγλία, τείνει να εγκαταλειφθεί, γιατί συ­χνά οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα.

Η επικρατούσα διαδικασία αξιολόγησης στην Ευρώπη, ξεκινά από την αυτοαξιολόγηση του ιδρύματος.

Ειδικότερα, συντάσσε­ται έκθεση που δίνεται στους εξωτερικούς αξιολογητές. Αυτοί με τη σειρά τους επι­σκέπτονται το ίδρυμα και συντάσσουν δική τους έκθεση. Η συνήθης μέθοδος ανάλυσης λέγεται SWOT - από τα αρχικά των λέξεων Strenghts - Weaknesses - Opportunities -Threats. (Δυνατά σημεία - Αδυναμίες - Ευ­καιρίες - Απειλές). Αυτό σημαίνει, ότι ανι­χνεύονται τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία των τμημάτων, οι πιθανές ευκαιρίες και τα ενδεχόμενα επικίνδυνα σημεία που σχετί­ζονται με τον τρόπο και το περιβάλλον στο οποίο λειτουργούν. Κατόπιν γίνονται προ­τάσεις για βελτίωση. Σε ορισμένες χώρες η αξιολόγηση σταματά εκεί, ενώ σε άλλες συ­νεχίζεται με τη διαδικασία της πιστοποίη­σης, δηλαδή ορίζονται προδιαγραφές τις ο­ποίες πρέπει να πληροί ένα τμήμα για να συ­νεχίζει να λειτουργεί.

Σύμφωνα με προσχέδιο νόμου του ΥΠΕΠΘ αναμένεται ή θεσμοθέτηση του

Εθνικού Συστήματος Αξιολόγησης, με σκοπό να διασφαλίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για το υψηλότερο δυνατό ποιοτικό επίπεδο λειτουργίας των ΑΕΙ και των ΤΕΙ.

Για το σκοπό αυτό, προβλέπεται η ίδρυση Εθνικού Συμβουλίου Διασφάλισης και Αξιολόγησης της Ποιότητας (ΕΣΔΑΠ) στις αρμοδιότητες του οποίου θα είναι ο προγραμματισμός, ο συντονισμός και η εποπτεία των διαδικασιών αξιολόγησης της ποιότητας της ανώτατης εκπαίδευσης.
Το ΕΣΔΑΠ  θα έχει, μεταξύ άλλων, τις εξής αρμοδιότητες.
Καταρτίζει τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο αξιολόγησης της ποιότητας των ιδρυμάτων, καθώς και ενδιάμεσα ετήσια προγράμματα και παρακολουθεί την πορεία υλοποίησής του.

Παρέχει υποστήριξη στα ιδρύματα από πλευράς γνώσεων και εμπειριών σε ό, τι αφορά πρακτικές, τεχνικές και μεθοδολογία για το σχεδιασμό και την πραγματοποίηση της αξιολόγησης.
Εκπονεί μελέτες και διεξάγει έρευνες για την προαγωγή και ανάπτυξη της μεθοδολογίας και των πρακτικών στον τομέα της αξιολόγησης της ποιότητας.
Οι διαδικασίες αξιολόγησης της ποιότητας είναι δυνατόν να αφορούν είτε το ίδρυμα στο σύνολό του είτε επιμέρους μονάδες του ιδρύματος, μπορεί όμως να αφορούν και προγράμματα σπουδών. Ακόμη, η αξιολόγησή του μπορεί να αναφέρεται στην τριπλή λειτουργία ενός ιδρύματος (εκπαίδευση, έρευνα, διοίκηση), καθώς επίσης και σε λειτουργίες όπως είναι οι βιβλιοθήκες, τα θέματα φοιτητικής μέριμνας και η εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών.